Τη μέρα του γάμου στο σπίτι της νύφης μαζεύονταν οι φιλενάδες της για την προετοιμασία. Η νύφη φορούσε τη νυφιάτικη φορεσιά, τις μπέλκις, είχε στολισμένο το μέτωπο με τη μπάπκα (δύο σειρές φλουριά), στο κεφάλι φορούσε το τσιουμπέρ(ι) και από πάνω είχε ριγμένο ένα κομμάτι τούλι, τη σκέπ(η), που ήταν σουρωτή στο επάνω μέρος, και έπεφτε η μισή μπροστά στο πρόσωπο, ενώ η άλλη μισή που ήταν πιο μακριά, έπεφτε στο πίσω μέρος και έφτανε μέχρι τη μέση. Στο λαιμό είχε κρεμασμένα τα γκιορντάνια, φτιαγμένα από μια σειρά φλουριά και μια σειρά μαχμουντέδις, ανάλογα με την οικονομική της κατάσταση. Οι πιο ευκατάστατες, φορούσαν στο λαιμό τον καλνταρμά (κολιέ κεχριμπαρένιο), ασημένιο σταυρό με ασημένια αλυσίδα, και στο χέρι φορούσαν το μπιλιτζίκ(ι), ένα είδος βραχιολιού, με πολλές σειρές αλυσίδες ασημένιες, πιασμένες από τις δυο πλευρές με φαρδιά πλάκα, που κούμπωνε στη μέση. Μια απ’ όλες τις φίλες της, της φορούσε την δεξιά άσπρη κάλτσα της ανάποδα για να μην την πιάσει το μάτι. Την χτένιζαν και την τραγουδούσαν:
«Έχεις μαλλιά τετράξανθα στις πλάτες σου ριχμένα
Σε τα χτενίζουν άγγελοι με διαμαντένια χτένια.
Δεντρί του παραδείσου είναι το μπόι σου
Και της κανέλας τ’ άνθη είναι το σόι σου
Που σε καλομοιράνε οι δώδεκα μοιράδες.
Λάμπει ο ήλιος, λάμπουν τα κάλλη σου,
Λάμπουν τα τέλια πα στο κεφάλι σου».
Ή
«Τώρα η νύφ’ στολίζεται
Και βάζει τα χρυσά της
Να πάει να πάρ’ τον σταυραητό
Μέσα στην αγκαλιά της
Νύφη στο σπίτι που θα πας
Να διπλοπροσκυνήσεις
Την πεθερά, τον πεθερό,
Πολύ να τους τιμήσεις
Νυφούλα μ’ το φουστάνι σου
Αγγέλοι σου το ράψαν
Και κάτω στον ποδόγυρο
Το όνομά σου γράψαν»
«Έχεις μαλλιά τετράξανθα στις πλάτες σου ριχμένα
Σε τα χτενίζουν άγγελοι με διαμαντένια χτένια.
Δεντρί του παραδείσου είναι το μπόι σου
Και της κανέλας τ’ άνθη είναι το σόι σου
Που σε καλομοιράνε οι δώδεκα μοιράδες.
Λάμπει ο ήλιος, λάμπουν τα κάλλη σου,
Λάμπουν τα τέλια πα στο κεφάλι σου».
Ή
«Τώρα η νύφ’ στολίζεται
Και βάζει τα χρυσά της
Να πάει να πάρ’ τον σταυραητό
Μέσα στην αγκαλιά της
Νύφη στο σπίτι που θα πας
Να διπλοπροσκυνήσεις
Την πεθερά, τον πεθερό,
Πολύ να τους τιμήσεις
Νυφούλα μ’ το φουστάνι σου
Αγγέλοι σου το ράψαν
Και κάτω στον ποδόγυρο
Το όνομά σου γράψαν»
Κάτω από το δεξί της παπούτσι της έβαζαν να πατάει ένα πέταλο, και της εύχονταν να είναι πάντα «σιδερένια». Ολόγυρά της σκορπούσαν σπόρους κεχριού. Το πέπλο της έπεφτε και μπρος, καλύπτοντας το πρόσωπό της.
Την ώρα αυτή έμπαινε ο κύρης της νύφης στην κάμαρα κρατώντας το κουλίκι που έστειλε ο γαμπρός και σταύρωνε μ΄αυτό τρεις φορές την κόρη. Αν δεν ζούσε ο πατέρας, και δεν είχε αδελφό, αυτό το έκανε ο θείος ή ο εξάδελφός της. Στη συνέχεια η παρέα της έσπαζε το κουλίκι (γλυκιά πίτα, όπως η βασιλόπιτα) πάνω από το κεφάλι της νύφης μοιράζοντας τα κομμάτια σε όλους όσους παραβρίσκονταν (ειδικά στις ανύπαντρες κοπέλες που το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους για να ονειρευτούν αυτόν που θα πάρουν).
Σε άλλες περιοχές έβαζαν το κουλίκι στη μασχάλη της νύφης και του γαμπρού όταν γύριζαν από την εκκλησία στο σπίτι τους μετά τη στέψη.
Το τραγούδι συνεχιζότανε :
«Προσκύνα νύφη, φίλησε της μάνας σου το χέρι,
Για να σου δώσει την ευχή να ζήσεις με το ταίρι,
Στην πόρτα δε μετάρχεσαι στην πόρτα δεν πατάεις
Κι αν έρχεσαι καμιά βολά, θα βιάζεσαι να πάεις,
Κάνε μετάνοια, φίλησε της μάνας σου το χέρι,
Για να σου δώσει την ευχή να πας να κάνεις ταίρι».
και όταν έρχεται η ώρα για να ξεκινήσουν για την εκκλησία η νύφη θα χαιρετήσει το σόι της όλο, αρχής γενομένης από τη μάνας της. Τα όργανα παίζουν, και το τραγούδι συνεχίζεται από τα κορίτσια.
«Το δέντρο που ποτίζατε στην πλούσια την αυλή σας,
Τώρα θα σας το πάρουνε, δώστε του την ευχή σας».
Πηγή: Το βιβλίο της Θεοδώρας Σπ. Μηνούδη, ΘΡΑΚΗ Αντίλαλοι της Ανατολικής Ρωμυλίας, από τις εκδόσεις του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης & Παράδοσης.
Την ώρα αυτή έμπαινε ο κύρης της νύφης στην κάμαρα κρατώντας το κουλίκι που έστειλε ο γαμπρός και σταύρωνε μ΄αυτό τρεις φορές την κόρη. Αν δεν ζούσε ο πατέρας, και δεν είχε αδελφό, αυτό το έκανε ο θείος ή ο εξάδελφός της. Στη συνέχεια η παρέα της έσπαζε το κουλίκι (γλυκιά πίτα, όπως η βασιλόπιτα) πάνω από το κεφάλι της νύφης μοιράζοντας τα κομμάτια σε όλους όσους παραβρίσκονταν (ειδικά στις ανύπαντρες κοπέλες που το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους για να ονειρευτούν αυτόν που θα πάρουν).
Σε άλλες περιοχές έβαζαν το κουλίκι στη μασχάλη της νύφης και του γαμπρού όταν γύριζαν από την εκκλησία στο σπίτι τους μετά τη στέψη.
Το τραγούδι συνεχιζότανε :
«Προσκύνα νύφη, φίλησε της μάνας σου το χέρι,
Για να σου δώσει την ευχή να ζήσεις με το ταίρι,
Στην πόρτα δε μετάρχεσαι στην πόρτα δεν πατάεις
Κι αν έρχεσαι καμιά βολά, θα βιάζεσαι να πάεις,
Κάνε μετάνοια, φίλησε της μάνας σου το χέρι,
Για να σου δώσει την ευχή να πας να κάνεις ταίρι».
και όταν έρχεται η ώρα για να ξεκινήσουν για την εκκλησία η νύφη θα χαιρετήσει το σόι της όλο, αρχής γενομένης από τη μάνας της. Τα όργανα παίζουν, και το τραγούδι συνεχίζεται από τα κορίτσια.
«Το δέντρο που ποτίζατε στην πλούσια την αυλή σας,
Τώρα θα σας το πάρουνε, δώστε του την ευχή σας».
Πηγή: Το βιβλίο της Θεοδώρας Σπ. Μηνούδη, ΘΡΑΚΗ Αντίλαλοι της Ανατολικής Ρωμυλίας, από τις εκδόσεις του Ιδρύματος Θρακικής Τέχνης & Παράδοσης.